Ούτε φυσικά είναι λίγοι οι μεγάλοι ζωγράφοι που φιλοξενήθηκαν κάποια στιγμή της ζωής τους σε κάποια από αυτά τα ολοπαγή ιδρύματα. Ο Richard Dadd (1817-1866), σχιζοειδής Βρετανός βικτωριανός ζωγράφος, στα 26 του χρόνια σκότωσε τον πατέρα του και όσο ήταν καταζητούμενος για αυτήν του την πράξη σκότωσε άλλον έναν άνδρα. Πέρασε την υπόλοιπη ζωή του ζωγραφίζοντας σε διάφορα άσυλα της εποχής. Ο Egon Schiele (1890 – 1918) φυλακίστηκε για 24 μέρες επειδή ορισμένοι πίνακές του είχαν εκτεθεί σε χώρο που ήταν προσβάσιμος από παιδιά καθώς κάποια από τα έργα του είχαν χαρακτηριστεί ακόμα και πορνογραφικά. Κατά τη διάρκεια της μικρής αυτής περιπέτειας του ζωγράφισε 12 πίνακες που απεικόνιζαν τις δυσκολίες της ζωής στη φυλακή. Η Olive Wharry, Αγγλίδα ζωγράφος και σουφραζέτα, φυλακίστηκε οκτώ φορές ανάμεσα στο 1910 και το 1914 για σειρά ακτιβιστικών ενεργειών στο πλαίσιο δράσης του φεμινιστικού κινήματος της εποχής. Τέλος, ο Picasso κατηγορήθηκε για την κλοπή της Μόνα Λίζα από το Μουσείο του Λούβρου. Επρόκειτο, τελικά, για μια μικρή παρεξήγηση η οποία ευτυχώς λύθηκε σχετικά γρήγορα κοστίζοντας στον διάσημο ζωγράφο μοναχά μια ολιγοήμερη εμπειρία «σωφρονιστικού τουρισμού».
Το έργο είναι του Μιχάλη Ζ.
Σίγουρα ζωγραφική και φυλακή δεν είναι ένας ασυνήθιστος συνδυασμός. Υπάρχει ίσως μια εξοικείωση με τις δύο έννοιες αφού δεν είναι καθόλου σπάνιες οι εκθέσεις, τα μπαζάρ, οι εκδηλώσεις ή τα αφιερώματα με αναφορά σε αυτό το θέμα.
Είναι όμως η φυλακή ο τόπος που μπορεί να ανακαλύψει ή να αναπτύξει κανείς το ταλέντο του; Είναι ο περιορισμός των εικόνων και των παραστάσεων ανασταλτικός παράγοντας; Είναι η υποφώσκουσα αλλά συνεχής ένταση του εγκλεισμού κίνητρο δημιουργικότητας; Είναι η τέχνη πράγματι διέξοδος ή πρόκειται για μια ρομαντική εξιδανίκευση άνευ αντικρίσματος; Καταγράφει κάποιος τη φυλακή μέσα από τη ζωγραφική του ή προτιμάει να ξεφύγει απεικονίζοντας άσχετα θέματα; Είναι η ζωγραφική ένας τρόπος να βγαίνει η φυλακή πιο ευχάριστα; Πώς αντιμετωπίζονται άραγε οι ζωγράφοι της φυλακής από τους συγκρατούμενούς τους; Είναι ανάμεσα στα άλλα και μια πιθανή επαγγελματική διέξοδος; Έχουν όσοι κρατούμενοι εξασκούνται στις εικαστικές τέχνες κάποια υποστήριξη από την υπηρεσία της φυλακής; Άραγε πώς βρίσκονται τα απαραίτητα υλικά;
Δύο κρατούμενοι των ελληνικών φυλακών, μιλώντας στο VICE, μας έλυσαν κάποιες από τις παραπάνω απορίες.
Τα πρώτα βήματα μου στη ζωγραφική ήταν στη φυλακή πριν 2,5 χρόνια. Από εκεί που δεν το περιμένεις πραγματικά. Ένα απλό σχέδιο, μια καλή κουβέντα και η προσπάθεια για εξερεύνηση των ορίων μου. Ένα χαρακτηριστικό, όμως, που θυμάμαι, είναι στο μάθημα του σχολείου, στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας της Φυλακής Κορυδαλλού. Είχαμε μάθημα με τον αγαπημένο μου δάσκαλο και μέντορα μου, τον αείμνηστο Γιώργο Ζουγανέλη. Εκεί που μιλούσε λοιπόν σκέφτηκα να τον ζωγραφίσω με μολύβι να δω πώς θα βγει. Κάποια στιγμή απορροφήθηκα και όταν σήκωσα το κεφάλι μου, τον είδα ξαφνικά πίσω μου – αυτό που λέμε με έπιασε στα πράσα. Κοκάλωσα εγώ. Με κοιτάει, κοιτάει το σκίτσο και μου λέει «το θέλω. Μου αρέσει». Του το έδωσα και έφυγε. Έμαθα αργότερα πως το ανέβασε στο γκρουπ της σχολείου στο Facebook.
To έργο είναι του Μιχάλη Ζ.
Μετά από μια βδομάδα με φώναξε για να μου πει πως θέλει να ανοίξει τμήμα ζωγραφικής και θέλει να μπω κι εγώ. Αρνήθηκα. «Δεν θέλω» του λέω, «έχω πολλά στο μυαλό μου για να κάτσω να ασχοληθώ με τη ζωγραφική». Με κοίταξε λίγο αυστηρά και μου λέει: «Δεν κατάλαβες. Θα μπεις και εσύ. Τέλος». Εκείνη τη στιγμή τον κοίταξα με όλο το σεβασμό που του είχα και προσπαθούσα να τον καταλάβω. Δεν άργησα να καταλάβω πως ο άνθρωπος έβλεπε σε μένα κάτι που εγώ δεν έβλεπα. Ξεκινάω λοιπόν στο πρώτο μάθημα και μας δίνει η δασκάλα η κα. Σκηνίτη κάτι φωτοτυπίες και μας λέει να προσπαθήσουμε να τις αντιγράψουμε όπως μπορούμε. Ξεκινάω και μετά από 20 λεπτά καταλαβαίνω πως είναι πολύ κοντά το σκίτσο μου με το πρωτότυπο. Νομίζω πως ήταν η στιγμή που σκέφτηκα πως θέλω να δω τα όριά μου, μέχρι πού μπορώ να φτάσω. Αγόρασα μολύβια και έμενα στο υπολογιστή του σχολείου προσπαθώντας να δω ό,τι βιντεάκια υπάρχουν για να πάρω όσο περισσότερες πληροφορίες μπορώ πάνω στη ζωγραφική. Άρχισε να μου αρέσει τόσο πολύ που οπότε είχα λίγο χρόνο ζωγράφιζα.
Δυστυχώς έχασα τον δάσκαλό μου μετά από λίγες εβδομάδες από έναν αιφνίδιο θάνατο. Έγινε τόσο ξαφνικά και οι μέρες τότε θυμάμαι ήταν απίστευτα δύσκολες για μένα. Η επόμενη ζωγραφιά ήταν του δασκάλου μου.
Το έργο είναι του Μιχάλη Ζ.
Μετά γίνανε όλα τόσο γρήγορα. Σε δύο μήνες είχα συμμετοχή στο ART ATHINA μια από της μεγαλύτερες εκθέσεις που γινόταν στην Ελλάδα. Και λίγους μήνες αργότερα πήρα την 3η θέση στην έκθεση μεταξύ φυλακών της Ελλάδος. Τα έργα μου μπήκαν στο πρώτο βιβλίο που φτιάχτηκε από το υπουργείο Δικαιοσύνης με θέμα «Η Τέχνη στη Φυλακή». Άνθρωποι άρχισαν να αγοράζουν τα έργα μου και μου φαίνονταν όλα τόσο περίεργα και απίστευτα. Θεωρώ τον εαυτό μου ακόμα στην πολύ αρχή.
Το έργο είναι του Μιχάλη Ζ.
Μετά ξεκίνησα και το εργαστήρι ζωγραφικής στη φυλακή με υπεύθυνο τον Νίκο Σημάκο και είπα να κάνω τη στροφή στο χρώμα. Και η αλήθεια είναι πως αν δεν ήταν ο Νίκος δεν θα άνοιγα τα φτερά μου προς άλλα στιλ ζωγραφικής με χρώμα.
Εικόνες της φυλακής δεν ήθελα να ζωγραφίζω γιατί το ζητούμενο ήταν να φεύγω από τη φυλακή με το μολύβι και το χρώμα. Γι’ αυτό και κατέληγα στο Ίντερνετ του σχολείου και να βγάζω φωτοτυπίες ώστε να μπορώ να δουλεύω ήσυχα στο κελί μου.
Το έργο είναι του Μιχάλη Ζ.
Συνεχίζω να ζωγραφίζω για τους κρατούμενους. Πρόσφατα ζωγράφιζα και τα επισκεπτήρια που υποδέχονται οι κρατούμενοι τα παιδιά τους. Και στο κατάστημα κράτησης Κορυδαλλού και αντίστοιχα στα επισκεπτήρια του νοσοκομείου φυλακής.
Συνεχίζω να ζωγραφίζω σε παπούτσια και σε ρούχα, και σκοπεύω πια να ασχοληθώ επαγγελματικά.
Σε όλον αυτόν τον αγώνα με βοήθησαν πολλοί άνθρωποι και από το σχολείο της φυλακής και από τη Διέυθυνση και θέλω να τους ευχαριστήσω.
Ο Α. Μπ. είναι 28 χρονών και έμεινε στη φυλακή 4,5 χρόνια για ληστεία τράπεζας
Με τη ζωγραφική πρακτικά ασχολούμαι από παιδί. Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον (ευτυχώς) όπου οι μυρωδιές από τις κόλλες των χρωμάτων ήταν ένα σύνηθες άρωμα. Δεν ξέρω αν ανακάλυψα ποτέ το «ταλέντο» μου, σίγουρα όμως βρήκα έναν τρόπο να εκφράζω σκέψεις και συναισθήματα που με κάθε άλλο μέσο θα ήταν ελλιπή ως προς την μεταφορά τους. Η τέχνη και δη η ζωγραφική σού δίνει αυτή την ευκαιρία, να εκφράσεις σχεδόν ασυναίσθητα κάποια σημεία του «μέσα» σου που δύσκολα κατανοείς, πόσο μάλλον να τα εκφράζεις.
Ως εκ τούτου, η ζωγραφική στη φυλακή σίγουρα έχει και τη μορφή της αυτοθεραπείας, της αυτοΐασης. Δεν βοηθάει στο να βγαίνει πιο ευχάριστα, σε καμιά περίπτωση, η φυλακή δεν είναι δυνατόν να «βγει» ευχάριστα. Όμως με έναν τρόπο βοηθάει στην αποσυμπίεση, στο να εκτονωθεί η πίεση που καθημερινά δημιουργείται και συσσωρεύεται εντός των τειχών.
Η πιο συνήθης αντίδραση των συγκρατούμενων, είναι μια εξ αποστάσεως «αναγνώριση» ότι αυτός είναι «καλλιτέχνης». Αυτό σε πρώτο χρόνο. Αν στη συνέχεια δουν κατά τύχη κάτι που έχεις ζωγραφίσει και τους αρέσει, τότε είναι πολύ πιθανό να ξεκινήσουν οι παραγγελίες. Κυρίως επειδή το να ζωγραφίζει κάνεις μέσα στη φυλακή είναι αρκετά σπάνιο. Οι άνθρωποι δηλαδή που «πιάνει» το χέρι τους είναι λίγοι και γνωστοί στους υπόλοιπους κρατούμενους.
Το ζήτημα της έμπνευσης στην τέχνη είναι πολύ σχετικό και τις περισσότερες φορές δεν εστιάζεται καν σε κάτι συγκεκριμένο. Προσωπικά εμπνεομαι περισσότερο από έννοιες αφηρημένες και σκέψεις γύρω από ζητήματα της ύπαρξης εν γένει, πάρα από κάποιο συγκεκριμένο ερέθισμα. Δεν εχω αυτό που λένε κάποια (σχηματοποιημένη) μούσα. Έτσι, προφανώς, όντας μέσα στη φυλακή, συχνά τα θέματα που ζωγράφιζα αφορούσαν στη φυλακή. Αλλά επειδή η ζωγραφική μου δεν είναι περιγραφική, θα την έλεγα μάλλον αφαιρετική, δεν είναι θέματα που παραπέμπουν στην φυλακή μόλις τα δεις. Δεν ζωγράφισα ποτέ μέσα κάγκελα κτλ. Παρόλα αυτά, τα χρώματα, οι εντάσεις και ό,τι άλλο χαρακτηρίζει ένα έργο, ήταν συνήθως «εμποτισμένα» με αυτήν τη σαπίλα της φυλακής. Τη συναισθηματική σαπίλα. Την ανάγκη δηλαδή του συνυπάρχειν με τους «έξω». Και πάλι όμως δεν μιλάω για μια θεματολογία πεσιμιστική, αντιθέτως, μάλλον μουντής αισιοδοξίας θα έλεγα. Η ίδια η διαδικασία της ζωγραφικής σε βγάζει από την κανονικότητα της καθημερινότητας. Σε οποιαδήποτε συνθήκη. Από τη στιγμή που θα ανοίξεις τα χρώματά σου και θα αρχίσεις να τα απλώνεις στην παλέτα σου, έχεις ήδη «βγει» από το άμεσο περιβάλλον και κλείνεσαι με έναν τρόπο στην συνθήκη της δημιουργίας για εκείνες τις λίγες ώρες. Οπότε η θεματολογία για μένα μικρή σημασία είχε, δεν αναζητούσα εικόνες που να μου θυμίζουν το έξω, ούτε τις ζωγράφιζα, αναζητούσα τον τρόπο το μυαλό μου να ξεφεύγει και να βρίσκεται έξω. Και αυτό το πέτυχα, ασχέτως καλλιτεχνικού αποτελέσματος.
Το να βρει κανείς υλικά μέσα στη φυλακή για να ζωγραφίζει συνεπάγεται την ύπαρξη συγγενών ή φίλων εκτός των τειχών που θα τον προμηθεύουν με τα απαραίτητα «εργαλεία». Δυστυχώς η φυλακή δεν παρέχει τίποτα περισσότερο πέρα από μια γενικότερη “στήριξη” που εξαντλείται στο να προβάλλουν προς τα έξω ότι οι κρατούμενοι εντός των τειχών είναι δημιουργικοί. Και φυσικά να παίρνουν και τα εύσημα όταν αυτά υπάρχουν. Κατά τ αλλά εγώ δεν πήρα ποτέ ούτε μισό πινέλο από την υπηρεσία, όλα τα έφερναν από έξω οι δικοί μου.
Το ζήτημα της επαγγελματικής ενασχόλησης με τη ζωγραφική είναι από μόνο του ένα τεράστιο θέμα. Προσωπικά πιστεύω ότι η τέχνη είτε πηγάζει από μέσα σου (και άρα είσαι δημιουργικός) είτε όχι, οπότε και το εκβιάζεις να βγει, είτε κατέχεις την τεχνική είτε όχι. Με λίγα λόγια αυτό που θέλω να πω είναι ότι η απόφαση εκ των προτέρων να ασχοληθεί κανείς επαγγελματικά με τη ζωγραφική καταλύει σε έναν βαθμό την πηγαία τέχνη και μπαίνει στην λογική του εμπορεύματος. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί κανείς να κάνει τέχνη και να ζεις από αυτό. Όμως, αυτή η συνθήκη, είτε προκύπτει είτε όχι. Δεν το ορίζεις εσύ. Εγώ ζωγραφίζω, αν κάτι αρέσει και πουληθεί, ΟΚ. Όπου και εκεί ανοίγει μια άλλη συζήτηση. Για παράδειγμα, τα έργα που έχω κάνει εντός των τειχών δεν μπορώ να τα πουλήσω, δεν θέλω. Θα είναι σαν να αφήνω ένα πολύ εσωτερικό μου κομμάτι στα χέρια κάποιου που απλά είχε τα λεφτά και την διάθεση να το αγοράσει.
(Όλες οι εικόνες είναι ευγενική παραχώρηση του Α. Μπ. και του Μιχάλη Ζ.)